Ύποπτοι και Φίλοι - Απόσπασμα 01

Η Σοφία δοκίμασε ένα κομμάτι από την τυρόπιτα που της είχε στείλει η μητέρα της. Ήταν όπως πάντα, σκέτη απόλαυση! Όλο το χωριό επισκεπτόταν τη μητέρα της, την κυρα - Ευτέρπη για να τις γευτεί. Κι όλες οι νοικοκυρές ζητούσαν τη συνταγή αλλά ποτέ καμία δεν κατάφερε να πλησιάσει έστω και λιγάκι τη μαγεία της. Ούτε καν η ίδια της η κόρη... Άλλωστε η Σοφία το παραδεχόταν. Δε σκάμπαζε και πολλά από μαγειρική!
Εκείνη είχε αφοσιωθεί στο επάγγελμα της. Ανήκε στο σώμα της αστυνομίας και είχε εισχωρήσει σ' αυτό τόσο βαθιά ξεχνώντας ή παραβλέποντας όσα υπήρχαν γύρω της γι' αυτήν. Ήταν μόλις είκοσι οκτώ, μα είχε βάλει την προσωπική της ζωή σε δεύτερη μοίρα! Σπίτι, δουλειά - δουλειά σπίτι... Είχε διαγράψει τον έρωτα, τη διασκέδαση, τη φιλία... μόνο δουλειά
...κι αυτές οι πίτες που της έστελνε κάθε τόσο η μητέρα της από το χωριό « για να τρώει το καημένο..., δεν τρώει..., μόνο δουλεύει...τι θα το κάνω αυτό το κορίτσι;».
Οι τηλεφωνικοί διάλογοι μάνας – κόρης ήταν οι συνηθισμένοι ελληνικοί.
-Να τρως, πουλάκι μου. Την τελευταία φορά που 'ρθες στο χωριό, πολύ αδυνατισμένο ήσουν.
-Μαμά, είμαι καλά. Μην ανησυχείς!
-Ναι, τζιέρι μ', και της Κώσταινας η μικρή έτσι έλεγε και τώρα την τρέχουν στους γιατρούς. Θα με υποσχεθείς πως δε θα παραμελείς να τρως. Καλά, πουλί μ';
-Εντάξει, μαμά. Στο υπόσχομαι.
-Άντε ψυχή μ', άντε να ξεκουραστείς.
-Καλό βράδυ, μαμά! Φιλιά στο μπαμπά.
-Θα του τα δώκω. Γεια σου, Σοφάκι μ', γεια σου!
Κάθε φορά που κατέβαζε το ακουστικό, η Σοφία συνειδητοποιούσε πως είχε βουρκώσει. Της έλειπε το χωριό της, το πατρικό της σπίτι, η ανέμελη ζωή και τα όμορφα παιδικά της χρόνια. Η δουλειά όμως, την ανάγκαζε να μένει στην πόλη. Δυο Σαββατοκύριακα το μήνα έπαιρνε το αυτοκίνητο και οδηγούσε προς το χωριό. Δεν ήταν πολύ μακριά. Γύρω στις δυο ώρες δρόμος.
Εκείνο το βράδυ είχε φορέσει τις κόκκινες πυτζάμες της και τις ασορτί χνουδωτές παντόφλες της και βούλιαζε στον λευκό καναπέ του σαλονιού της. Η τηλεόραση ήταν ανοικτή με το mute πατημένο. Δεν κοιτούσε καν προς τα εκεί... Την είχε συνεπάρει ο ήχος της βροχής! Ήταν ένας τρόπος για να αποβάλλει το άγχος της ημέρας και να ηρεμήσει.
Όμως, δεν ήταν γραφτό να τελειώσει εκεί αυτή η κουραστική μέρα. Παρά τα βαριά κλεισμένα μάτια, το κουδούνισμα του τηλεφώνου την επανέφερε ανορθόδοξα.
-Ναι...
Ο τόνος της φωνής του διοικητή δεν άφηνε περιθώρια χαλάρωσης.
-Έρχομαι αμέσως!
...Κι η ταραχή διώχνει τη νύστα.

***

Η αστυνόμος Σοφία κρατούσε στα χέρια της τη φωτογραφία του θύματος έτσι όπως βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος.
-Τι γνωρίζουμε για το θύμα; ρώτησε η Σοφία τον συνάδελφο της Πέτρο.
-Πρόκειται για την Άννα, μία εικοσάχρονη φοιτήτρια της φιλοσοφικής. Βρέθηκε δολοφονημένη στο άλσος της περιοχής όπου έμενε. Η κοπέλα μετά από τον βίαιο πνιγμό, βιάστηκε και της αφαιρέθηκαν οι βολβοί των ματιών.
-Απίστευτο! Έχουμε κανένα στοιχείο;
-Προς το παρόν, όχι , όμως υπάρχει αυτόπτης μάρτυρας. Μια γυναίκα!, την ενημέρωσε ο Πέτρος.
-Δόξα τω Θεώ! Πότε κλήθηκε να καταθέσει;
-Αύριο το πρωί θα' ναι εδώ. Δεν βρίσκεται σε πολύ καλή ψυχολογική κατάσταση.
-Τι εννοείς, υπαστυνόμε;
-Πρόκειται για μια πόρνη που λογομάχησε με κάποιον πελάτη της και 'κεινος την πέταξε στην ερημιά – στο δάσος όπου διεπράχθη το έγκλημα. Τότε τυχαία άκουσε κάποιους ψιθύρους κι από περιέργεια, όπως ισχυρίστηκε, πλησίασε να δει τι συνέβαινε πίσω από τους θάμνους. Είδε έναν άνδρα και μια γυναίκα ξαπλωμένους στο έδαφος. Υπέθεσε πως ήταν κάποιο ζευγάρι που ερωτοτροπούσε. Συνέχισε την πορεία της ανυποψίαστη. Τώρα ευχαριστεί το Θεό που δεν την άκουσε ο δράστης γιατί ίσως αυτή τη στιγμή να ήταν νεκρή.
-Οπότε αυτό που πρέπει να προσέξουμε, είναι να διατηρηθεί η ανωνυμία της, γιατί ο δολοφόνος ίσως να μην αστειεύεται.
-Πρέπει να δοθεί εντολή να κρατηθούν τα κανάλια μακριά.
-Πράγματι! Θα μιλήσω στον διοικητή.
Σηκώθηκε από το γραφείο της. Προχώρησε προς την πόρτα. Η φωνή του υπαστυνόμου τη σταμάτησε.
-Σοφία....
-Ναι, Πέτρο.
-Τα μάτια ... τι τα θέλει;

***

Ο Αλέξης κι η Λένα ήταν ζευγάρι λίγο περισσότερο από πέντε μήνες. Στην αρχή της γνωριμίας τους όλα ήταν όμορφα. Ο Αλέξης εκτός από κούκλος, ήταν ρομαντικός, περιποιητικός, γλυκός! Έμοιαζε να πληροί όλο το πακέτο κι η Λένα αισθανόταν τυχερή που τον είχε. Όμως τον τελευταίο καιρό τα πράγματα είχαν αλλάξει. Οι προθέσεις ήταν οι ίδιες, μα δεν υπήρχε ο χρόνος να φανερωθούν και να γίνουν πράξεις. Η Λένα ήταν διακοσμήτρια. Της είχε ανατεθεί μια «σοβαρή, μεγάλη» δουλειά, όπως έλεγε η ίδια! Άρα... ο Αλέξης ερχόταν σε δεύτερη μοίρα... κι αυτό δεν του άρεζε καθόλου...
Ξεκίνησαν με μικρά καβγαδάκια που ολοένα και μεγάλωναν. Κι έτσι, οι δονήσεις δημιούργησαν το ρήγμα.
Η Λένα σκεφτόταν πως ο Αλέξης ήταν θρασύς. Δεν είχαν δα και τη δοκιμασμένη σχέση που μετρούσε χρόνια για να απαιτεί θυσίες. Άλλωστε αυτή ήταν η ευκαιρία της κι έπρεπε να την αρπάξει από τα μαλλιά. Ήταν αποφασισμένη να μην την εμποδίσει κανένας Αλέξης. Κι όταν πήγαιναν να εμφανιστούν δειλά ενοχές για τη σκληρότητα που ξεσπούσε πάνω του μερικές φορές, τις απέτρεπε αμέσως σκεπτόμενη πως αν τη νοιαζόταν πραγματικά, έπρεπε να είναι ευχαριστημένος με την άνοδο της. Να τη στηρίζει! Όχι να της γκρινιάζει...
Ο Αλέξης σκεφτόταν πόσο διαφορετική ήταν όταν την είχε γνωρίσει σ' εκείνο το πάρτι. Χαλαρή, γελαστή, κεφάτη!!! Τις τελευταίες δυο βδομάδες η Λένα ήταν μια άλλη Λένα. Δεν απαντούσε στο τηλέφωνο, αρνιόταν να συναντηθούν με την πρόφαση πως ήταν κουρασμένη, όταν πάλι δεχόταν, ήταν μονίμως αγχωμένη με το μυαλό της να πλανάται αλλού, δε γελούσε, δε μιλούσε. Τη ρωτούσε τι της συμβαίνει και μια λέξη έβγαινε από τα χείλη της : «δουλειά». Ο Αλέξης εκνευριζόταν. Κι η προσωπική ζωή; Της ήταν αδύνατο να τα συνδυάσει. Τότε ήταν δοσμένη σ' εκείνον, τώρα, στη δουλειά.
-Γιατί δε με καταλαβαίνεις, Αλέξη; Γιατί με πιέζεις;
-Πίστεψε με, προσπαθώ, όμως ... Δεν σου είπα ποτέ να μη δουλέψεις. Όμως τις ώρες που είμαστε μαζί, θέλω να 'μαστε μαζί. ΜΑΖΙ με όλη τη σημασία της λέξεως. Όχι εγώ εδώ και συ αλλού.
-Είμαι αγχωμένη!
-Είσαι μια άλλη.
-Ωραία, λοιπόν, τι θες; Θες να χωρίσουμε;
-Μήπως αυτό είναι που θες εσύ και προφασίζεσαι τη δουλειά;
-Τι είναι αυτά που λες;
-Όταν ξεκινήσαμε αυτή τη σχέση, είχαμε πολλά κοινά, θυμάσαι;
-Κι ακόμα έχουμε...
-Όμως θες να χωρίσουμε!
-Αλέξη, μην βάζεις λόγια που δεν είπα ποτέ στο στόμα μου. Αυτό που χρειάζομαι είναι λίγος χρόνος και χώρος.
-Α, ναι βέβαια! Γιατί δεν το λες ξεκάθαρα; Γιατί δε λες « φίλε έχεις πρόβλημα και δε γουστάρω να είμαι άλλο μαζί σου»;
-Μα, δεν είναι έτσι!
-Δεν είναι, ε;
-Όχι.
-Η δουλειά...
-Αυτό, ναι!
-Χρόνο και χώρο, έτσι;
-Μόνο.
-Εντάξει, λοιπόν!
-Σου υπόσχομαι πως όταν τελειώσω τις επαγγελματικές μου υποχρεώσεις, θα είμαι και πάλι η Λένα σου.
-Μέχρι την επόμενη διακόσμηση που θ' αναλάβεις.
-Αααα, θα μου σπάσεις τα νεύρα; Προσπαθώ τόση ώρα για να λήξει αυτός ο καβγάς και συ τον συνεχίζεις με ειρωνεία. Σου εξήγησα ποιο είναι το άγχος μου και συ επιμένεις. Είμαι πολύ κουρασμένη! Τέρμα.
-Τέρμα! Σε όλα;
-Αχ Αλέξη, ώρες ώρες συμπεριφέρεσαι σα μωρό. Σε παρακαλώ!
Κι ο καβγάς αναβαλλόταν μέχρι την επόμενη αφορμή.

***

Η Σοφία ξάπλωνε στον λευκό καναπέ της και παρατηρούσε το χώρο γύρω της.
Μια δύναμη μέσα της την ωθούσε να σηκωθεί να συμμαζέψει αφού επικρατούσε πλήρης ακαταστασία σε όλα τα δωμάτια , όμως τα πόδια της απειλούσαν πως δε σκόπευαν να την κρατήσουν όρθια. Η υπόθεση που είχε αναλάβει την είχε εξαντλήσει και σωματικά και ψυχικά. Σχεδόν ένας μήνας είχε περάσει από τη μέρα της δολοφονίας και οι έρευνες δεν είχαν οδηγήσει πουθενά.
Πολλές ήταν οι φορές που σκεφτόταν το θύμα. Ένα εικοσάχρονο κορίτσι! Σε τι έφταιξε για να βρει τόσο τραγικό θάνατο; Καμιά φορά η ζωή είναι πολύ σκληρή, πολύ άδικη μ' αυτούς που τη ζουν.
Η Σοφία στην αρχή αισθανόταν έντονη λύπη. Στη συνέχεια, σκεφτόταν τον δολοφόνο και τότε, την κατέκλυζε το μίσος.
«Θα τον σκότωνα με τα ίδια μου τα χέρια. Θα του έβγαζα τα μάτια όπως έκανε εκείνος στο κορίτσι. Γιατί να γεννιούνται τέτοια κτήνη;»
Κι ακολουθούσε ... ευαισθησία κι ένα δάκρυ κυλούσε στα χλωμά της μάγουλα.
Έπρεπε να προσποιείται πως ήταν μια σκληρή γυναίκα, όμως δεν της είχε προκύψει κάτι ανάλογο στο παρελθόν, κάτι τόσο τραγικό ώστε προπονημένη να γνωρίζει τον τρόπο να το αντιμετωπίσει. Έτσι, όταν ήταν μόνη, ...έσπαγε.

***

Ο Αλέξης ήταν πωλητής σε κατάστημα με είδη κινητής τηλεφωνίας. Ήταν μαγνήτης για το μαγαζί αφού πολλά κορίτσια το επισκέπτονταν ειδικά γι' αυτόν. Ήταν φιλικός, καλός στη δουλειά του, τον ενδιέφερε να εξυπηρετηθεί σωστά και να μείνει ικανοποιημένος ο πελάτης, όμως δεν αποζητούσε την εξέλιξη. Ήταν άνθρωπος που αρεσκόταν και αρκούταν στα λίγα, στα σίγουρα, σ' αυτά που είχε ήδη βολευτεί.
Η Λένα το είχε εντοπίσει κι αυτό το «ελάττωμα» (έτσι το χαρακτήριζε η ίδια αλλά το ίδιο θα 'καναν και πολλοί άλλοι). Μα ήταν σωστό ένας νέος, ωραίος άνδρας να μην έχει ανοδικές βλέψεις για το μέλλον, να μην έχει προσδοκίες και «θέλω»; Ο Αλέξης λοιπόν, ήταν μια καλή βιτρίνα... για όποιον τον είχε δίπλα του...για το μαγαζί, για τη Λένα, για τον εαυτό του...
Σκέφτεται όμως, κανείς πως ένας νέος κι ωραίος άνδρας μπορεί να μην είναι τόσο υγιής όσο φαίνεται; Πως αυτός ο άνθρωπος μπορεί να δείχνει δυνατός κι έτοιμος ν' αντιμετωπίσει τα πάντα, όμως βαθιά μέσα του να τον βασανίζουν προβλήματα και ανασφάλειες; Σίγουρα όχι! Ίσως περάσει αστραπιαία από το μυαλό κάποιου που είναι επηρεασμένος από τα δικά του αδιέξοδα, μα για άτομα σαν τον Αλέξη μια τέτοια σκέψη γρήγορα θα γνώριζε την απόρριψη.
Τελικά, ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός! Αυτή η φράση φιγουράριζε στο νου της Λένας. Τα συναισθήματα όμως , ήταν μπερδεμένα. Βρισκόταν σε μια φάση όπου αναγνώριζε το λάθος, αλλά το γούσταρε συγχρόνως. Τον ήθελε αυτόν τον κούκλο με τα ελαττώματα. Διαφορετικά, θα του είχε κουνήσει το μαντίλι προ πολλού!

***

-Γαμώ το, κωλοκινητό, βαρέθηκα!
Ο υπαστυνόμος μπήκε στο γραφείο της Σοφίας.
-Νευράκια; Μ' εκπλήσσεις, Σοφία! Εσύ είσαι ήρεμος άνθρωπος.
-Όλοι οι άνθρωποι έχουν νεύρα σ' αυτήν την κοινωνία που ζούμε. ..και μ' αυτά τα κινητά που έχουμε...
-Τι συμβαίνει;
-Ξέρω και 'γω ρε Πέτρο. Από το πρωί προσπαθώ να το ανοίξω..., τίποτα. Ανάβει το φως, μου βγάζει το μήνυμα για τον κωδικό ΡΙΝ και μόλις πατήσω τον αριθμό, σβήνει.
-Α κατάλαβα... Μπαταρία.
-Λες;
-Ναι, ναι. Και της Μάνιας το ίδιο είχε πάθει.
-Και; Αλλάξατε μπαταρία;
-Α, όχι, αλλάξαμε κινητό. Η γυναίκα μου έχει κόλλημα με την τεχνολογία.
-Εσύ;
-Ε, εγώ ξέρεις! Έχω κόλλημα με τ' αυτοκίνητα.
-Γενικά , είστε μια κολλημένη οικογένεια!
Γέλασαν.
-Μην ανησυχείς για το κινητό. Θα σου πω εγώ ένα καλό μαγαζί που ξέρω και θα σου το φτιάξουν. Αλλαγή θέματος: Σου 'χω εξελίξεις.
-Τι;
-Κατάθεση.
-Κατέθεσε η αυτόπτης μάρτυς;
-Ακριβώς.
-Και;
-Ορίστε... Και γραπτή κατάθεση και ηχογραφημένη. Κατευθείαν από τον ανακριτή.
-Μακάρι να μας βοηθήσει.
-Θα δείξει. Μελέτησε την με προσοχή. Τα λέμε αργότερα.
-Έγινε, Πέτρο. Σ' ευχαριστώ!
Η Σοφία χάθηκε μέσα στις σελίδες. Εισέβαλε στο σώμα της γυναίκας και μεταφέρθηκε σ' εκείνο το βράδυ, σ' εκείνο τον τόπο, τον τόπο του εγκλήματος.
Μάτια και μυαλό κόλλησαν σ' ένα σημείο : «ήταν ένας μεγαλόσωμος άνδρας, μου φάνηκε αρκετά νέος. Δεν είδα το πρόσωπο αλλά μου δημιουργήθηκε αυτή η εντύπωση ίσως, από το νεανικό ντύσιμο. Φορούσε ένα κίτρινο t-shirt και ένα τζιν φαρδύ παντελόνι. Επίσης, τα μαλλιά του ήταν πυκνά. Καστανόξανθα. Παρά το λιγοστό φως, μπόρεσα να δω καλά το πίσω μέρος του σώματος του. Δεν θυμάμαι τι σκέφτηκα. Κάποιος συνειρμός με πήγε αλλού, όμως επέστρεψα γρήγορα στο παρόν. Ευτυχώς που το έκανα κι οπισθοχώρησα αθόρυβα γιατί την επόμενη μέρα κατάλαβα πως θα μπορούσα να μην είχα πια τα όμορφα μου μάτια . Κι έτσι, θα 'μουν άχρηστη και για σας και για μένα...αν φυσικά, δεν με είχε «καθαρίσει» ο νεαρός καστανόξανθος φονιάς. Αλλά πρέπει να παραδεχτώ πως –από πίσω τουλάχιστον-φαινόταν πολύ γοητευτικός. Ίσως γι' αυτό τα κοριτσάκια να παγιδεύονται και να τον ακολουθούν. Δεν ξέρω. Τι άλλο να πω;»
Η Σοφία είχε σχηματίσει την εικόνα του δολοφόνου στο μυαλό της με τη βοήθεια της μάρτυρα. Ήταν πράγματι ελκυστικός έτσι όπως τον είχε πλάσει με τη φαντασία της. Το πρόσωπο του , αγγελικό πάνω από τη σατανική όψη.
Το κεφάλι της Σοφίας καιγόταν από την υπερένταση της ημέρας. Επιθυμούσε τόσο πολύ να τελειώσουν όλα. Να ηρεμήσει, να χαλαρώσει...
...Κι αυτό το κινητό... ήταν ανάγκη να χαλάσει;;; Μετά τη δουλειά, θα πήγαινε στο κατάστημα που της είχε προτείνει ο Πέτρος. Ήθελε να το τακτοποιήσει κι αυτό το ζήτημα. Την είχε πιάσει η τελειομανία της. Κι όταν την έπιανε, δεν την άφηνε και της έτρωγε ώρες από τον ύπνο.

***

«Εδώ είμαστε», σκέφτηκε η Σοφία αντικρίζοντας την φωτεινή επιγραφή του καταστήματος.
Στρίμωξε το σαραβαλάκι της σε μια γωνία , πήρε το κινητό και μπήκε...στον παράδεισο. Υπερβολή! Έτσι ακούγεται. Όμως όποιος έχει ζήσει την εμπειρία του κεραυνοβόλου έρωτα, γνωρίζει πως κάτι τέτοιο είναι εφικτό. Ο πωλητής είχε κολλήσει το βλέμμα του πάνω της ενώ συζητούσε με μια πελάτισσα κι η Σοφία αισθάνθηκε να τα χάνει για μια στιγμή. Ευτυχώς επανήλθε γρήγορα αφού ήταν εκπαιδευμένη να αντιμετωπίζει ακραίες καταστάσεις. Και γι' αυτήν ο έρωτας ήταν ακραία κατάσταση!
Μια πωλήτρια την πλησίασε.
-Πώς μπορώ να σας εξυπηρετήσω;
-Ε, γεια σας... Το κινητό μου έχει κολλήσει εδώ και δυο μέρες και δεν ανοίγει. Δεν ξέρω... ίσως φταίει η μπαταρία...
-Ναι, μισό λεπτό... Αλέξη, έρχεσαι λίγο.
Κι ο Αλέξης ήρθε!
Όση ώρα της μιλούσε, προσπαθούσε να συγκρατεί τον εαυτό της, να μην προδοθεί. Δεν άκουγε αυτά που της έλεγε. Μόνο κουνούσε το κεφάλι της προσποιούμενη πως βρισκόταν στη γη κι όχι στα σύννεφα.
-Συμφωνείτε; τη ρώτησε εκείνος.
-Ορίστε;
-Λέω: συμφωνείτε ν' αφήσετε το κινητό σας για να το φτιάξουμε και περνάτε αύριο μεθαύριο , όποτε είναι έτοιμο και το παίρνετε.
Της έδινε την ευκαιρία να τον ξαναδεί. Δεν υπήρχε περίπτωση να το αρνηθεί.
-Ναι, εντάξει. Δεν υπάρχει πρόβλημα.
-Ωραία. Η κοπέλα στο ταμείο θα κρατήσει τα στοιχεία σας και θα σας ειδοποιήσουμε.
-Ναι, έγινε. Ευχαριστώ!
Της χαμογέλασε. Αυτό ήταν!
Οι επόμενες κινήσεις της έγιναν μηχανικά. Όταν κάθισε στη θέση του οδηγού στο αυτοκίνητό της, έμεινε με τα μάτια καρφωμένα στο κενό και τα χέρια να σφίγγουν το τιμόνι.
«Τι έπαθα;», αναρωτιόταν.
«Πόσον καιρό έχει να μου χαμογελάσει άνδρας και κόλλησα έτσι;
Είμαι απαράδεκτη! Και γελοία παράλληλα. Τους ξέρω αυτούς τους πωλητές. Είναι η βιτρίνα του μαγαζιού. Πηγαίνεις να φτιάξεις το κινητό και φεύγεις με καρδιά πληγωμένη από τα βέλη του έρωτα. Αχ, Θεέ μου, ντροπή μου, σαν κοριτσάκι κάνω. Δε με αναγνωρίζω. Τι κουτή που είσαι Σοφία! Άλλωστε δεν υπάρχει πιθανότητα αυτός ο κούκλος να κοιτάξει εμένα. Μ' αυτήν την υπόθεση έχω θαφτεί πολύ βαθιά. Αφανής έχω καταντήσει. Προσωπική ζωή μηδέν. Ύστερα , έχει άδικο η κυρα-Ευτέρπη που γκρινιάζει;».
Κοίταξε τον εαυτό της στον καθρέφτη του αυτοκινήτου. Γιατί ήταν μόνη; Δεν ήταν άσχημη. Αντιθέτως! Είχε λευκή καθαρή επιδερμίδα και μαύρα ίσια μαλλιά, πολύ μακριά. Σε λίγο καιρό θα έφταναν τη μέση της. Τα έπιανε ψηλά, αλογοουρά. Της πήγαιναν πολύ αφού μ' αυτόν τον τρόπο τονίζονταν ακόμα περισσότερο τα αμυγδαλωτά καστανοπράσινα μάτια της, το άλλο δυνατό της σημείο. Στο σώμα ήταν αρκετά αδύνατη και είχε λίγο παραπάνω από ένα και εξήντα πέντε ύψος. Ήταν 28 μα μικροέδειχνε!
Παρά την εμφάνιση της όμως, ποτέ δεν είχε τις κατακτήσεις που της αναλογούσαν. Από την εποχή του σχολείου και των πρώτων καρδιοχτυπημάτων μέχρι και σήμερα, πάντα κάποια άλλη την προσπερνούσε. Συνήθως κάποια που δεν άξιζε όσο εκείνη, αλλά με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Η Σοφία πάντα ήταν ντροπαλή, συνεσταλμένη, ευαίσθητη. Ουδεμία σχέση το προφίλ της με αυτό μιας αστυνομικού. Γι' αυτό το λόγο κι οι γονείς της είχαν φέρει αντιρρήσεις αρχικά για την απόφαση της ν' ακολουθήσει το επάγγελμα αυτό. Η Σοφία όμως δεν ήθελε ν' ακούσει. Έπρεπε ν' αποδείξει στον εαυτό της πρώτα κι ύστερα στους ανθρώπους που την γνώριζαν , πως ήταν δυνατή. Φορώντας τη μπλε στολή , πίστευε πως θα κατάφερνε να εξωτερικεύσει τη δύναμη αυτή. Είχε δίκιο! Όμως ο παλιός εαυτός δύσκολα εγκαταλείπει!
Έφτασε στο σπίτι με φορτίο τη μοναξιά της. Κάποιες φορές θύμωνε με τον εαυτό της για την κατάντια της. Άλλες φορές πάλι, προσπαθούσε να τον ξεγελάσει τραγουδώντας το κομμάτι του Πάριου « πιο καλή η μοναξιά».
Μπήκε στην κουζίνα κι έβαλε σ' ένα πιάτο τα μακαρόνια που είχαν περισσέψει από την προηγούμενη μέρα. Κάθισε στον καναπέ του σαλονιού της και με ανοικτή την τηλεόραση, παρίστανε πως έτρωγε και παρακολουθούσε κάποιο πρόγραμμα. Στην πραγματικότητα ταξίδευε. Το μυαλό της είχε επαναστατήσει και με οδηγό τη φαντασία περνούσε από τους τοίχους του σπιτιού κι έφευγε μακριά.
Λίγα πράγματα ήταν ικανά να τη φέρουν πίσω κι ένα από αυτά ήταν το κουδούνισμα του τηλεφώνου.
-Σοφία, παιδί μου, είσαι καλά;
-Ναι, μαμά.
-Έπαιρνα στο κινητό μα μου έβγαζε μήνυμα ότι το έχεις κλειστό.
-Α, ναι. Ξέχασα να σου πω. Χάλασε και το πήγα να μου το φτιάξουν.
-Άντε και 'γω ανησύχησα...
-Τι συνέβη; Εσύ δεν παίρνεις στο κινητό χωρίς λόγο.
-Μάντεψε ποιος ήρθε στο χωριό.
-Ποιος;
-Ο ξάδερφος σου ο Σώτος!
-Ποιος Σώτος; Της θείας Μαρίκας ο γιος;
-Εμ ποιος ; Ξέρεις κι άλλον;
-Ε, καλά ...πώς; Από τη Γερμανία; Αυτός έχει να πατήσει στο χωριό από τα δώδεκα του.
-Ναι, Σοφάκι! Ολόκληρος άνδρας έγινε, να τον δεις! Άκου κι αυτό... παντρεύεται!
-Αλήθεια; Μικρός δεν είναι;
-Ε, πόσο; Σ' είχα όταν η Μαρίκα ήταν έγκυος. Είκοσι πέντε με είκοσι έξι δε θα 'ναι; Έφερε το κορίτσι του να γνωρίσει τον τόπο του.
-Γερμανίδα;
-Άντε καλέ! Πού να κάνει αυτός με τις φιλελεύθερες; Ίδιος ο Λάκης, ο πατέρας του είναι. Ανατολίτης! Οι γονείς της νύφης είναι από το Αγρίνιο αλλά αυτή στη Γερμανία μεγάλωσε. Να τη δεις, ένα κοριτσάκι, ψεύτικο είναι. Πως γινήκανε έτσι οι γυναίκες; Πού να χωρέσουν τα παιδιά σε τόσο δα σωματάκια; Εσύ τρως ή έρεψες με τους εγκληματίες που κυνηγάς;
-Τρώω, μαμά, τρώω. Στο κινητό γιατί με πήρες; Βιαζόσουν να μου πεις για το Σώτο;
-Ήρθε εδώ το παιδί κι ήθελε να σου μιλήσει. Σε πήρα και στο σπίτι αλλά δεν απάντησες, γι' αυτό πήρα και στο κινητό. Να 'ρθεις στο χωριό το Σαββατοκύριακο, λέει. Να ειδωθείτε που 'χετε τόσα χρόνια. Αυτό ήθελε να σου πει το παιδί. Και δίκιο έχει; Επιτρέπεται πρώτα ξαδέρφια σχεδόν να μη γνωρίζεστε; Θα τον δεις καλέ στο δρόμο και δε θα τον καταλάβεις. Τέτοιος αντρούκλας έγινε! Ίδιο ο Λάκης!
Ο Σώτος , ο μικρότερος ξάδερφος της, παντρευόταν... Μάλιστα! Είδηση που σου καρφώνει στο νου τη συνηθισμένη πικρή σκέψη : Όλοι έχουν δημιουργήσει νέες οικογένειες κι εγώ...
Θα πήγαινε στο χωριό- ήθελε πολύ να δει τον ξάδερφο της. Αυτό που δεν ήθελε καθόλου ήταν να «συναντήσει» τη γκρίνια της μητέρας της , αλλά πώς να την απέφευγε; Και θα' χε και δίκιο! Η θεία Μαρίκα θα έβλεπε γρηγορότερα εγγονάκια απ' ό,τι η κυρία Ευτέρπη... Επιτρέπεται;
« Αμάν αυτές οι προκαταλήψεις!».

***

-Πού είναι η Σοφία;
Εκείνη βγήκε αμέσως από την τουαλέτα σκουπίζοντας τα χέρια της σε μια χρωματιστή πετσέτα.
-Κύριε διοικητά, εδώ είμαι. Τι συμβαίνει;
-Έχουμε μια νέα μάρτυρα για την υπόθεση, είπε εκείνος κρατώντας τον τόνο της φωνής του σταθερό, όμως η Σοφία αντιλήφθηκε την μικρή του αναστάτωση.
Όπως όλοι, έτσι κι εκείνος ήθελε να τελειώνει αυτή η τόσο παρανοϊκή υπόθεση.
Κάθε νέο στοιχείο ήταν πολύτιμο. Και να τώρα που κάποιος είχε δεχτεί να μιλήσει πράγμα που ίσως τους βοηθούσε αρκετά.
Η Σοφία ταράχτηκε ακούγοντας τα λόγια του.
-Ποια; Πώς;
-Ηρέμησε. Θα σου εξηγήσω. Μια συμφοιτήτρια του θύματος τηλεφώνησε στο τμήμα. Θέλει λέει, να μας μιλήσει.
-Ποια είναι; Αφού τους είχαμε ανακρίνει όλους. Ισχυρίζονταν πως δεν ήξεραν τίποτα.
-Μαρίνα Σταυροπούλου λέγεται.
-Ναι, κάτι μου λέει τ' όνομα.
-Υποστηρίζει πως κάτι θυμήθηκε. Σοφία, θα ήθελα να τη συναντήσεις εσύ. Σαν γυναίκα, δε θα την κομπλάρεις.
Το βλέμμα του φανέρωνε την εμπιστοσύνη που της είχε. Πώς θα μπορούσε να του αρνηθεί οτιδήποτε;
-Μα και βέβαια, αρχηγέ. Κανονίστηκε ραντεβού;
-Άφησε το τηλέφωνό της. Πάρ' την και συνεννοηθείτε. Διακριτικά.
-Κατάλαβα. Θα γίνει άμεσα.
-Να ' σαι καλά, Σοφία, της χαμογέλασε κι εκείνη ανταπέδωσε.
Δεν τον άφησε ν' απομακρυνθεί από κοντά της. Θεώρησε πως ήταν μια καλή ευκαιρία για να του ζητήσει άδεια για το Σαββατοκύριακο.
-Αρχηγέ...
-Ναι;
-Σκεφτόμουν να πάω στο χωριό μου το Σαββατοκύριακο γιατί έχω καιρό...
Δεν την άφησε να ολοκληρώσει την πρόταση της.
-Να πας, Σοφία. Χρειάζεσαι ξεκούραση, είπε με μια «αδιάφορη» κατανόηση.
-Ευχαριστώ!, ψιθύρισε η Σοφία αφού εκείνος είχε βγει ήδη από το γραφείο.

***

Η φοιτήτρια ζήτησε από τη Σοφία να συναντηθούν στο σπίτι της στο Πανόραμα.
Η θέα από 'κει πάνω ήταν μαγευτική. Η Σοφία στάθηκε λίγο πριν ανοίξει την αυλόπορτα και άφησε το βλέμμα της να ξεκουραστεί περιπλανώμενο στην πόλη που απλωνόταν στα πόδια της. Αισθανόταν την ψυχή της ν' αγαλλιάζει με την τόση ομορφιά!
Ένας άνδρας την πλησίασε.
-Συγγνώμη...
Η Σοφία στράφηκε προς το μέρος του.
-Γεια σας! Έχω έρθει για να...
Ο άνδρας χαμογέλασε και μικρές ρυτίδες γέμισαν το πρόσωπό του.
-Γνωρίζω! Η κόρη μου σας περιμένει.
Παραμέρισε για να περάσει η Σοφία.
-Ευχαριστώ!
Ο άνδρας συνέχισε να χαμογελά και με μια κίνηση του κεφαλιού, χαιρέτισε και βγήκε από την αυλή. Η Σοφία δε γύρισε να κοιτάξει. Άκουσε μόνο τον χαρακτηριστικό ήχο απασφάλισης του αυτοκινήτου. Μάντευε πως θα ήταν κάποιο από τα δυο ακριβά αυτοκίνητα που είχε πάρει το μάτι της καθώς έμπαινε στην αυλή.
Μπροστά της υψωνόταν ένα διώροφο κτίριο. Γύρω του υπήρχαν μεγάλα δένδρα να το αγκαλιάζουν.
« Φτωχαδάκια οι Σταυροπουλαίοι», σκέφτηκε η Σοφία και σιγογέλασε.
Η κεντρική πόρτα του σπιτιού άνοιξε πριν προλάβει να χτυπήσει το κουδούνι.
Ένα κορίτσι γύρω στα είκοσι στεκόταν στο κατώφλι έτοιμη να την υποδεχτεί.
Η Σοφία την αναγνώρισε. Ήταν η Μαρίνα.
-Σας είδα από το παράθυρο. Περάστε.
Η Σοφία υπάκουσε.
-Η μητέρα μου βρίσκεται στο πίσω μέρος του κήπου. Δε θα μας ενοχλήσει.
-Α, έχετε κήπο και από την άλλη μεριά; ρώτησε σαρκαστικά η Σοφία.
-Ναι... Το σπίτι δεν είναι πολύ μεγάλο αλλά ... από τον κήπο δεν έχουμε παράπονο.
Κοίταξε το κορίτσι, ύστερα, γύρω της και τέλος, πάλι το κορίτσι.
« Δηλαδή το διαμέρισμά μου είναι ποντικότρυπα;» , αναρωτήθηκε σιωπηλά.
Η Μαρίνα της πρότεινε να καθίσουν στο μικρό σαλόνι (μικρό γιατί είχαν και δεύτερο, μεγαλύτερο).
-Θα πιείτε κάτι;
-Όχι, όχι, ευχαριστώ.
-Ξέρω ότι σας προβλημάτισε που ζήτησα να σας δω ενώ είχα δηλώσει λίγες μέρες πριν πως δε γνωρίζω τίποτα. Ομολογώ όμως, πως ήμουν τρομοκρατημένη και πράγματι, στο μυαλό μου υπήρχε μόνο κενό. Τώρα έχω ηρεμήσει και νομίζω πως μπορώ να σας πω όσα ξέρω χωρίς βέβαια να είμαι σίγουρη πως θα βοηθήσουν στην έρευνα σας. Τουλάχιστον η συνείδησή μου θα 'ναι ήσυχη αφού κάνω το καθήκον μου. Για μένα αυτό είναι πια σημαντικό αφού έχασα τη φίλη μου.
-Είχες πει πως είσαστε δεμένες με την... με την Άννα;
Η Σοφία είχε διστάσει να προφέρει τ' όνομα του θύματος. Δεν ήξερε ποια θα ήταν η αντίδραση του κοριτσιού. Εκείνη πριν λίγο είχε αποφύγει να το αναφέρει κι η Σοφία αδυνατούσε να ψυχολογήσει την κατάσταση. Αν δηλαδή δεν το χρησιμοποίησε σκόπιμα ή απλώς ήθελε να τονίσει τη σχέση που είχε με το θύμα.
Η Μαρίνα όμως, δεν φανέρωσε κανένα σημάδι ταραχής. Αυτό δεν ξάφνιασε τη Σοφία. Είχε αντιμετωπίσει κι άλλους ανθρώπους σε παρόμοιες περιπτώσεις – δηλαδή περιπτώσεις θανάτου φίλων ή συγγενών- και είχε παρατηρήσει το φαινόμενο αυτό. Ο οργανισμός μετά από μεγάλη σύγχυση και στενοχώρια, μεταβαίνει σ' ένα επίπεδο αδράνειας.
Το κορίτσι δε βιάστηκε ν' απαντήσει. Οι λέξεις έβγαιναν αργά και σταθερά από τα χείλη της.
-Υπήρξαμε πολύ δεμένες. Όμως τους τελευταίους δυο μήνες είχε απομακρυνθεί από όλη την παρέα. Η αλήθεια είναι πως είχαμε παρεξηγηθεί κάποια στιγμή. Είχαμε πάει για καφέ με άλλα δυο κορίτσια, τη Σίσσυ και τη Στέλλα και συζητούσαμε για τη σχέση πατέρα και κόρης. Όπως γνωρίζετε, η Άννα ήταν παιδί χωρισμένων γονιών και με τον πατέρα της δεν είχε καθόλου καλή σχέση. Εκείνος έχει ξαναπαντρευτεί, έχει δημιουργήσει μια νέα οικογένεια και την Άννα την είχε παραμελήσει. Δεν του το συγχώρεσε ποτέ.
Η Σοφία αισθάνθηκε ένα σφίξιμο στο στομάχι. Η αφήγηση της Μαρίνας δημιούργησε εικόνες στο μυαλό της κι ήταν σα να παρακολουθούσε ζωντανά σκηνές από τη ζωή της Άννας. Το χειρότερο όμως, ήταν πως την ένιωθε. Ένιωθε την απόγνωση της, τη θλίψη, την απόρριψη.
Αν συνέχιζε να σκέφτεται έτσι, ήταν σίγουρο πως δε θα μπορούσε να ελέγξει τον εαυτό της και θα κατέληγε σε κλάματα. Πάνω απ' όλα ήταν μια ευαίσθητη συμπονετική ψυχή!
-Συγνώμη, Μαρίνα, που σε διακόπτω... μήπως μπορείς να μου φέρεις ένα ποτήρι νερό; είπε θέλοντας να κερδίσει λίγο χρόνο ώστε να επανέλθει.
Το κορίτσι την κάρφωσε με τα μάτια της, πράγμα που έκανε τη Σοφία να αισθανθεί άβολα. Σα να 'χε κάνει κάτι κακό. Σα να' χε πει κάτι που δεν έπρεπε.
- Βιολέτα, φέρε ένα ποτήρι νερό, φώναξε.
Η Σοφία κατάλαβε. Υπήρχε... υπηρετικό προσωπικό στο σπίτι. Είχε κάνει γκάφα. Την είχε προσβάλλει. Μα εκείνη έφταιγε; Αφού η Μαρίνα της είχε πει πως στο σπίτι ήταν μόνο αυτή κι η μητέρα της που βρισκόταν στον πίσω κήπο. Φαίνεται πως η Βιολέτα δε λογαριαζόταν ως άτομο!
Μια γυναίκα γύρω στα τριάντα ξεπρόβαλε από την κουζίνα κρατώντας ένα χρυσοπράσινο ποτήρι. Η Σοφία δεν πρόλαβε να σχηματίσει την εικόνα στο νου της. Άφησε το ποτήρι μπροστά της και ξαναχάθηκε στην κουζίνα δίχως να πει λέξη.
Ούτε καν ένα « ορίστε» από ευγένεια.
«Μουντό σπίτι», σκέφτηκε η Σοφία.
Αφού οι άνθρωποι «δίνουν χρώμα» στα ντουβάρια.
Χαμογέλασε στη Μαρίνα και ήπιε μια γουλιά από το αριστοκρατικό νερό.
-Όπως σας έλεγα, το θέμα της συζήτησης που είχαμε εκείνη τη μέρα δεν άρεσε στην Άννα. Δεν πολυμιλούσε. Ή μάλλον, δε μιλούσε καθόλου. Τη θυμάμαι μόνο να κάνει διάφορες γκριμάτσες εκφράζοντας τη δυσαρέσκεια της. Η Στέλλα είναι κι αυτή παιδί χωρισμένων γονιών. Έχει τρελή αδυναμία στον πατέρα της όπως και 'κεινος σ' αυτήν. Υποστήριζε λοιπόν, πως δεν πρέπει να κρατάμε κακία στους γονείς γιατί πολύ απλά είναι γονείς μας. Κατηγορούσε έμμεσα την Άννα πως η στάση απέναντι στον πατέρα της ήταν λαθεμένη. Ισχυριζόταν πως έφταιγε γιατί δεν τον πλησίασε ποτέ με αγνό σκοπό. Δεν του εξέφρασε ποτέ την αγάπη της. Τον έβλεπε μόνο σαν χρηματομηχανή γιατί ήταν έρμαιο των λόγων της μητέρας της. Εκεί έκανα το λάθος. Υποστήριξα τη Στέλλα...
Η Σοφία χαμήλωσε το βλέμμα. Της ήρθε λίγο απότομη η αυτοκριτική της Μαρίνας. Αυτό το κορίτσι της προκαλούσε συγκεχυμένα αισθήματα αντιπάθειας- συμπάθειας.
-Όταν μείναμε οι δυο μας, η Άννα έβγαλε από μέσα της όσα μάζευε τόση ώρα. Μου είπε πως δεν πίστευε πως μπορούσα να φερθώ τόσο υποκριτικά , πως αισθανόταν προδομένη, πως ενώ ήξερα όσα της είχε κάνει ο πατέρας της, τάχθηκα με το μέρος της Στέλλας. Προσπάθησα να της εξηγήσω πως εγώ απλά εξέφρασα τη γνώμη μου.
Πως δεν έπρεπε να το πάρει προσωπικά. Ό,τι και να 'λεγα όμως, η Άννα είχε θυμώσει πολύ. Μου πέταξε στα μούτρα ένα υποτιμητικό « σιγά τη φίλη!» κι έφυγε.
Η Σοφία κούνησε γεμάτη κατανόηση το κεφάλι. Κοίταξε τη Μαρίνα προσεκτικά. Δεν ήταν όμορφη. Ήταν κοντή και πολύ αδύνατη. Είχε βαμμένα πορτοκαλοκόκκινα μαλλιά που μόλις άγγιζαν τους ώμους της. Είχε λεπτά, σφιγμένα χείλη και γύρω από τη σουβλερή της μύτη , λίγες φακίδες. Αλλά τα μάτια της... αυτά ήταν που σε καθήλωναν! Είχαν ένα χρώμα περίεργο... Μπορούσες να πεις πως ήταν ...γκριζοπράσινα. Μα και πάλι, δεν ήταν το χρώμα που σ' έκανε να την προσέξεις... ήταν η δύναμη που έκρυβαν! Η Σοφία το ήξερε από την πρώτη στιγμή της συνάντησης πως η Μαρίνα ήταν πιο δυνατή από την ίδια.
-Από τότε η Άννα απομακρύνθηκε. Χαιρετιόμασταν. Κάποιες φορές καθόμασταν μαζί στο αμφιθέατρο λόγω της κοινής παρέας αλλά ποτέ ξανά δε γύρισε να μου πει μια ουσιώδη κουβέντα. Τα τυπικά και μόνο! Άλλαξε εντελώς απέναντι μου κι ίσως είχε δίκιο. Παραδέχομαι βέβαια πως και 'γω πείσμωσα και δεν προσπάθησα να την προσεγγίσω. Πίστευα πως θα της περάσει. Κατά βάθος ήθελα να γίνουμε όπως πριν γιατί μου έλειπε...
Κόμπιασε. Το «μου λείπεις» ήταν γι' αυτήν περισσότερο φορτισμένο από το «Άννα». Βρήκε γρήγορα τη σταθερότητα της και συνέχισε:
-Μια Τρίτη που είχαμε «βραδινό» μάθημα.
-Βραδινό;
-7-10.
-Α!
-Η παρέα είχε κανονίσει να πάμε για ποτό μετά το μάθημα. Η Άννα αρνήθηκε να ακολουθήσει. Δικαιολογήθηκε πως πονούσε το κεφάλι της και θα πήγαινε σπίτι. Όταν χτύπησε το κουδούνι, ετοιμάστηκε γρηγορότερα απ' όλους και αφού μας καληνύχτισε βιαστικά , έφυγε σχεδόν τρέχοντας από την τάξη. Εγώ φυσικά την ήξερα καλύτερα απ' όλους κι ήμουν περίεργη να μάθω γιατί τόση βιασύνη... Είπα στα παιδιά πως ήταν επείγον να πάω στην τουαλέτα και τους ζήτησα να με περιμένουν στο προαύλιο. Όπως καταλαβαίνετε, την ακολούθησα. Την είδα να βγαίνει από το κτίριο, όχι όμως από τη μεριά που οδηγεί στη στάση των λεωφορείων. Από την άλλη μεριά...
-Από εκείνη τη μεριά που βρίσκεται η γραμματεία και η νομική.
-Και η θεολογική. Ακριβώς! Λίγο πιο πέρα υπάρχει ένα μικρό πάρκινγκ . Εκεί κάποιος την περίμενε μέσα σ' ένα μαύρο αυτοκίνητο. Πρώτη φορά το έβλεπα! Δεν ήξερα κανέναν δικό της που να 'χει τέτοιο αυτοκίνητο.
-Προφανώς δε θυμάσαι τη μάρκα.
-Όχι, θυμάμαι. Δηλαδή ... το αναγνώρισα γιατί ένα ίδιο έχει ο ξάδερφος μου για να μετακινείται στην πόλη. Ένα μαύρο Γκολφ ήταν. Μοντέλο του 2005.
-Δε μπορεί να ήταν ο ξάδερφος σου που την περίμενε, έτσι;
Η Μαρίνα πήρε το ειρωνικό της ύφος.
-Ε, δε νομίζω πως ήρθε από την Αθήνα για να κάνει βόλτα την Άννα!
Η Σοφία προσπάθησε να χαμογελάσει αλλά στην πραγματικότητα, αισθάνθηκε γελοία. Το προσπέρασε και συνέχισε με μια άλλη ερώτηση- την πιο σημαντική!
-Είδες αυτόν που την περίμενε;
-Όχι..., αναφώνησε απογοητευμένη η Μαρίνα. Πού να φανταστώ τι θα συμβεί;
Φοβόμουν να μη με δουν κι έφυγα γρήγορα. Με καταλαβαίνετε;
-Ναι...
-Μακάρι να μπορούσα να σας βοηθήσω περισσότερα.
-Ήδη έχεις βοηθήσει αρκετά, Μαρίνα. Θυμάσαι το αυτοκίνητο. Πολύ σημαντικό!
-Μμμ..., τώρα μετανιώνω που υπήρξα τόσο εγωίστρια. Ενώ ήξερα , δεν τόλμησα να τη ρωτήσω τίποτα γι' αυτόν. Είχα πεισμώσει τόσο πολύ. Αλλά και πάλι, αν το έκανα, δε νομίζω πως θα μου έκανε τη χάρη να μου μιλήσει για τα προσωπικά της.
-Αυτό το περιστατικό με το κρυφό ραντεβού, πότε συνέβη;
Η Μαρίνα στήριξε το γκριζοπράσινο βλέμμα της πάνω σ' αυτό της Σοφίας.
-Περίπου μια βδομάδα πριν το φόνο.
Η Σοφία αναρίγησε με τον τόνο της φωνής της.
-Μάλιστα... Θέλεις κάτι άλλο να μου αναφέρεις;
-Όχι, είπα όλα όσα γνωρίζω.
-Αν θυμηθείς κάτι άλλο...
-Θα σας τηλεφωνήσω.
-Χάρηκα για τη γνωριμία , Μαρίνα.
Το κορίτσι δεν μίλησε. Αλλά και τι να έλεγε; « Και 'γω χάρηκα»;;;
Η Σοφία χαμογέλασε θέλοντας να καλύψει το κενό. Ήταν η τρίτη φορά που το κορίτσι την έκανε να νιώσει γελοία.
Την συνόδεψε ως την πόρτα. Δεν είπαν τίποτα παραπάνω από ένα ξερό «γεια» ενώ η Μαρίνα κάτι σιγοψιθύρισε.
Η Σοφία βγήκε από την αυλή χωρίς να δώσει σημασία και να κοιτάξει γύρω της. Μπήκε στο αυτοκίνητο της αγνοώντας τη θέα που πριν είχε σταθεί να θαυμάσει.
Έβγαλε από την τσέπη του σακακιού της το μαγνητοφωνάκι της. Είχε ξεχάσει να πατήσει το ΣΤΟΠ...

Διαβάστε το Απόσπασμα 02

 

Τελευταία τροποποίηση στιςΠέμπτη, 27 Ιούνιος 2013 11:56
Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(13 ψήφοι)
Δήμητρα Χατζηεμμανουήλ

Η Δήμητρα Χ"Εμμανουήλ είναι καθηγήτρια φιλολογίας και της αρέσει να ταξιδεύει στον μαγευτικό κόσμο των βιβλίων, ενώ ασχολείται ερασιτεχνικά και με τη συγγραφή μυθιστορημάτων.

Έχει πτυχίο φιλολογίας από τη φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.) και αναλαμβάνει ιδιαίτερα μαθήματα σε μαθητές Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου

email icon1 dixatzi@gmail.com 

επιστροφή στην κορυφή
Please update your Flash Player to view content.

Σύνδεση or Δημιουργία λογαριασμού