A+ A A-

Η Βιολογική Λειτουργία του Άγχους: Σύμμαχος ή Εχθρός του Οργανισμού;

     Η αντίδραση του άγχους αποτελεί μία φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού στις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ο οργανισμός απειλείται και χρειάζεται να κινητοποιηθεί κατάλληλα προκειμένου να επιβιώσει. Οι περιστάσεις αυτές μπορεί να είναι λιγότερο απειλητικές, όπως είναι η απαιτητική σωματική άσκηση, ή περισσότερο, όπως είναι κάποια σοβαρή απειλή για τη σωματική ή ψυχολογική μας ακεραιότητα.

     Η απειλή αυτή μπορεί να είναι πραγματική ή υποθετική. Ο οργανισμός δηλαδή, μπορεί να αντιδράσει με άγχος είτε σε μία πραγματική επίθεση εναντίον του, είτε στην υποκειμενική αντίληψη ότι η κατάσταση είναι απειλητική (όπως όταν περνάμε από ένα σκοτεινό δρόμο και χωρίς να συμβεί κάτι, ο οργανισμός μας βρίσκεται σε εγρήγορση για τη πιθανότητα να αντιμετωπίσει κάποια επίθεση). Επίσης, η απειλή μπορεί να αφορά τόσο τη σωματική μας ακεραιότητα (όπως περιγράφηκε) όσο και τη ψυχολογική μας ακεραιότητα. Ένα παράδειγμα είναι το άγχος που μας διακατέχει όταν πρόκειται να κριθούμε αυστηρά από τους συναδέλφους μας για κάποια παρουσίαση στην εργασία μας, ή το άγχος που μας προκαλεί κάποια σοβαρή διαμάχη με το σύντροφο μας. Τέτοιες περιστάσεις απειλούν την ψυχολογική μας ακεραιότητα και η αντίδραση του άγχους, μας κινητοποιεί να διαφυλάξουμε την αυτοπεποίθηση και τη ψυχική μας ισορροπία.

     Πως όμως αντιδρά ο οργανισμός για να προστατευτεί; Όταν ο οργανισμός βρίσκεται αντιμέτωπος με μία κατάσταση η οποία είναι εν δυνάμει απειλητική, ο εγκέφαλος και το σώμα συνεργάζονται σε μία διαδικασία πολύπλοκων νευροχημικών αντιδράσεων, προκειμένου να αξιολογήσουν και να προσαρμοστούν στις ανάγκες της κατάστασης. Στην βιολογική αντίδραση του οργανισμού στην απειλή,  παίζουν καθοριστικό ρόλο μεταξύ άλλων εγκεφαλικών δομών, το Στέλεχος και το Δρεπανοειδές (Λιμπικό) Σύστημα. Σε αυτά τα συστήματα του εγκεφάλου αξιολογούνται τα αισθητηριακά δεδομένα για το κατά πόσο το περιεχόμενο τους είναι απειλητικό. Από εκεί, με μία σειρά νευροχημικών αντιδράσεων (κατά κύριο λόγο την έκκριση αδρεναλίνης), τα μηνύματα αποστέλλονται σε άλλες εγκεφαλικές δομές του μέσου εγκεφάλου. Ο μέσος εγκέφαλος είναι στενά συνδεδεμένος με το Αυτόνομο Νευρικό Σύστημα (ΑΝΣ) και τα ζωτικά μας όργανα (πνεύμονες, καρδιά, κυκλοφορικό σύστημα, νεφρά κ.α.). Οι λειτουργίες αυτές του εγκεφάλου εμπλέκονται καθοριστικά τόσο στους φυσιολογικούς μηχανισμούς του άγχους, καθώς και στις μη φυσιολογικές καταστάσεις του, όπως είναι οι Αγχώδεις Διαταραχές  (η Μετατραυματική Διαταραχή, η Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή, οι Κρίσεις Πανικού  και οι Φοβίες).

     Υπό φυσιολογικές συνθήκες, στην έκτακτη περίπτωση της απειλής για τον οργανισμό, αν ο οργανισμός αξιολογήσει ότι υπάρχει επαρκής αντοχή, χρόνος και χώρος, ο οργανισμός θα διαφύγει (Αντίδραση της Φυγής). Αν ο οργανισμός αντιληφθεί ότι δεν υπάρχει χρόνος ή χώρος για να διαφύγει, αλλά επαρκής αντοχή, ο οργανισμός θα πολεμήσει (Αντίδραση της Μάχης). Αν οργανισμός αντιληφθεί ότι δεν υπάρχει ούτε χρόνος, ούτε χώρος ή δύναμη για να αμυνθεί ή να διαφύγει, θα παγώσει (Αντίδραση του Παγώματος ή "Παριστάνοντας το Πεθαμένο"). Η αντίδραση του Άγχους λοιπόν, αποτελεί μία αρχέγονη και ζωτικής σημασίας λειτουργία για την επιβίωση μας. Μας προετοιμάζει κατάλληλα προκειμένου να ανταπεξέλθουμε σε καταστάσεις  αυξημένης ανάγκης.

     Όταν ο οργανισμός μπει σε κατάσταση συναγερμού (όπως είναι η αντίδραση Μάχης – Φυγής), ενεργοποιούνται μία σειρά βιολογικών αντιδράσεων του Συμπαθητικού Νευρικού Συστήματος (ΣΝΣ)- ο κλάδος του Αυτόνομου Νευρικού Συστήματος (ΑΝΣ) που γενικά είναι αρμόδιος για την εγρήγορση του οργανισμού σε απαιτητικές καταστάσεις. Οι αντιδράσεις αυτές πραγματοποιούνται αυτόματα, άνευ εκούσιου ελέγχου. Ο οργανισμός απελευθερώνει τα απαραίτητα καύσιμα (γλυκόζη, σάκχαρα) ώστε ο εγκέφαλος να μπορεί να με μεγάλη ταχύτητα να εκτιμήσει τα δεδομένα της κατάστασης και να αποφασίσει την αντίδρασή του. Ταυτόχρονα, αποσύρει αίμα από τα όργανα και τις σωματικές περιοχές που δεν αποτελούν υψηλές προτεραιότητες (όπως η πέψη) ενώ το επικεντρώνει σε καίρια ζωτικά όργανα όπως η καρδιά και οι πνεύμονες καθώς και στους μύες, οι οποίοι προετοιμάζονται για δράση. Παράλληλα, εκκρίνονται ορμόνες όπως η αδρεναλίνη και η κορτιζόλη, ο καρδιακός παλμός, η αρτηριακή πίεση και η πρόσληψη οξυγόνου αυξάνονται και οι κόρες διαστέλλονται. Το αποτέλεσμα είναι το άτομο να επικεντρώνει τη προσοχή του στην άμεση κατάσταση, να αισθάνεται μία έκρηξη αδρεναλίνης που βιώνεται ως αισθήματα φόβου και θυμού,  έτσι ώστε συνολικά οργανισμός να είναι σε ετοιμότητα να παλέψει ή να διαφύγει.

    Σε αλληλοσυμπληρωματική δράση, το Παρασυμπαθητικό Νευρικό Σύστημα (ΠΝΣ - ο άλλος κλάδος του ΑΝΣ), ενεργοποιείται όταν ο οργανισμός έχει πάψει πλέον να βρίσκεται σε κατάσταση αυξημένης ανάγκης, δηλαδή, με την απομάκρυνση από την απειλή ή μετά το τέλος της έντονης σωματικής άσκησης. Το ΠΝΣ ευθύνεται για τη καταπράυνση του οργανισμού και την επαναφορά του στην αρχική κατάσταση ηρεμίας και ισορροπίας του. Αυτό επιτυγχάνεται με τη σταδιακή αποκατάσταση των φυσιολογικών λειτουργιών του οργανισμού (ορμονολογική εξισορρόπηση, χαλάρωση των μυών, αποκατάσταση καρδιακού και αναπνευστικού ρυθμού κ.τ.λ.).

     Όλα τα παραπάνω αποτελούν φυσιολογικές διαδικασίες του άγχους. Στις χρόνια στρεσογόνες ή τραυματικές εμπειρίες όμως, όπως όταν εκτίθεται επανειλημμένα κανείς στη βία ή σε κάποιο άλλο ερέθισμα που προκαλεί φόβο, άγχος ή θυμό (όπως συμβαίνει στις διαταραχές του άγχους ή και της διάθεσης κάποιες φορές), είναι πολύ πιθανό, να αλλοιωθεί η φυσιολογική  λειτουργία του εγκεφάλου. Το Αυτόνομο Νευρικό Σύστημα λειτουργεί ακατάπαυστα και με δυσλειτουργικό τρόπο, καθώς το Παρασυμπαθητικό Νευρικό σύστημα ενεργοποιείται σχεδόν ταυτόχρονα με το Συμπαθητικό Νευρικό Σύστημα (είναι σαν να πατά κανείς το γκάζι και το φρένο ταυτόχρονα). Ο οργανισμός συνεχίζει να παράγει αδρεναλίνη και να προετοιμάζει τον οργανισμό για την αντίδραση Μάχης – Φυγής. Αυτό συμβαίνει γιατί στην επαναλαμβανόμενη και παρατεταμένη έκθεση στο άγχος, το σώμα δεν σταματά ουσιαστικά ποτέ να βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού, ενώ ταυτόχρονα, δεν έχει ποτέ την ευκαιρία να επιστρέψει πλήρως σε μία κατάσταση ηρεμίας και έτσι σταδιακά εξουθενώνεται. Ακόμα και μετά την απομάκρυνση από την απειλή, ο οργανισμός συνεχίζει να αντιδρά σαν να βρίσκεται σε κατάσταση απειλής.

   Αυτές οι δυσλειτουργίες στον οργανισμό έχουν ως αποτέλεσμα μια σειρά από αλληλένδετα προβλήματα στην αντίληψη, το συναίσθημα, τη μνήμη και τη συμπεριφορά. Τα υπερβολικά αγχώδη άτομα ή  αυτά με ιστορικό τραύματος, συχνά έχουν έντονα φορτισμένα συναισθήματα  για κάτι που συνέβη, χωρίς μνήμη του τι ακριβώς συνέβη. Αντίστοιχα, μπορεί να θυμούνται ξεκάθαρα λεπτομέρειες του συνέβη αλλά να μην έχουν καθόλου συναισθηματική αντίδραση. Μπορεί να βρίσκονται σε μία μόνιμη κατάσταση επαγρύπνησης χωρίς να ξέρουν γιατί. Έτσι παγιδεύονται σε συναισθηματικούς φαύλους κύκλους άνευ του ελέγχου τους και καταλήγουν να αισθάνονται ανασφαλή ακόμα και μέσα στο ίδιο τους το σώμα. Συχνά τα υπερβολικά αγχώδη άτομα εμφανίζονται στους άλλους σαν να μη μπορούν να διαχειριστούν τις σκέψεις, τις αισθήσεις και τη συμπεριφορά τους. 

    Σύνοδες μακροπρόθεσμες συνέπειες του χρόνιου άγχους  συμπεριλαμβάνουν και  ιατρικές καταστάσεις όπως υπέρταση, καρδιακές παθήσεις, αλλοιώσεις στη νεφρική και εντερική λειτουργία και στο ανοσοποιητικό σύστημα. 

     Έτσι λοιπόν κατανοούμε ότι το ανθρώπινο σύστημα της φυσικής αυτό-άμυνας  του άγχους, υπό φυσιολογικές, έκτακτες συνθήκες, κινητοποιεί κατάλληλα τον οργανισμό για αλλαγές που τον προστατεύουν. Όταν όμως διαιωνίζεται και δε χρησιμοποιείται σε έκτακτες ανάγκες μόνον, καταλήγει να εξαντλείται και να αποδιοργανώνεται. 

     Η αποκατάσταση του οργανισμού στις φυσιολογικές περιπτώσεις έκθεσης στο άγχος, περιλαμβάνουν την ανακούφιση του οργανισμού αρχικά με την απομάκρυνση από τη κατάσταση που προκαλεί άγχος. Στη συνέχεια η ανάπαυλα του οργανισμού με χαλαρωτικές δραστηριότητες, ξεκούραση, ύπνο, καλή διατροφή, ή άλλες ψυχολογικά ευχάριστες δραστηριότητες, είναι αρκετές προκειμένου να ενισχύσουν τους φυσικούς μηχανισμούς αποκατάστασης που από μόνος του κινητοποιεί ο οργανισμός. Στη περίπτωση όμως της χρόνιας και τραυματικής έκθεσης στο άγχος, όπως είναι οι Αγχώδεις Διαταραχές, το άτομο χρειάζεται μία ολοκληρωμένη θεραπεία που συχνά περιλαμβάνει την αποκατάσταση σε βιολογικό, ψυχικό, νοητικό και πνευματικό επίπεδο.

Διαβάστε περισσότερα...

Μέση Ηλικία : Εξελικτική Μετάβαση ή Κρίση;

Μέση Ηλικία : Εξελικτική Μετάβαση ή Κρίση;

 

     Η ‘κρίση της μέσης ηλικίας’ είναι ένας όρος που εμφανίζεται στη βιβλιογραφία κυρίως των δυτικών κοινωνιών, αναφερόμενος σε μία περίοδο δραματικής αυτό-αμφισβήτησης που κάποιοι  άνθρωποι βιώνουν κατά τα  χρόνια της μέσης ηλικίας. Η λεγόμενη αυτή κρίση περιλαμβάνει κυρίως  την αντιμετώπιση της πραγματικότητας του ότι η νεότητα απομακρύνεται και γίνεται παρελθόν, ενώ ο άνθρωπος βαδίζει αναπόφευκτα προς τα γηρατειά και το θάνατο.

   Οι παράγοντες που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους σε αμέτρητους συνδυασμούς κατά τη μέση ηλικία (που θεωρητικά εκτείνεται από τα 35 ως τα 65 έτη) και που μπορεί να θεωρηθούν αφορμές για να βιώσει κανείς τη λεγομένη ‘κρίση της μέσης ηλικίας ’ περιλαμβάνουν:

   Προβλήματα υγείας που πρωτο-εμφανίζονται τότε (καρδιαγγειακά, μυοσκελετικά, παχυσαρκία και έκπτωση αισθητηρίων ικανοτήτων όπως η όραση και η ακοή αλλά και έκπτωση νοητικών λειτουργιών όπως η μνήμη και η συγκέντρωση). Για τις γυναίκες, η μέση ηλικία σηματοδοτεί τη σημαντική απώλεια της αναπαραγωγικής ικανότητας –την εμμηνόπαυση (συνήθως στην ηλικία των 48-52 ετών), μία δραματική αλλαγή στα επίπεδα ορμονών, μεταξύ άλλων, τη διακοπή της παραγωγής των οιστρογόνων και της προγεστερόνης. (Στους άντρες παρατηρείται εξίσου μία μείωση της παραγωγής της τεστοστερόνης  με το πέρασμα του χρόνου, κάτι το οποίο όμως  συμβαίνει σταδιακά και σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία και ο όρος ανδρόπαυση χρειάζεται περισσότερη επιστημονική τεκμηρίωση). Αυτές οι ορμονικές αλλαγές συνοδεύουν  αλλαγές στην διάθεση και συμπεριφορά του ατόμου και μπορούν να ενταχθούν στον ευρύτερο όρο της ‘κλιμακτηρίου’ που συμπεριλαμβάνει  τις αντιλήψεις του ανθρώπου συνολικά, τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του, τη θετική ή αρνητική στάση του στη ζωή, το ρόλο του στην οικογένεια και τη κοινωνία, τον τρόπο ζωής του και τη κοινωνική στήριξη που έχει σε αυτή τη περίοδο.

      Άλλοι σημαντικοί παράγοντες είναι οι αλλαγές στη σύσταση της οικογένειας που λαμβάνουν χώρα σε αυτή την ηλικία: Τα παιδιά μεγαλώνουν και αφήνουν το σπίτι κάνοντας δική τους οικογένεια – κάτι που έχει χαρακτηριστεί ως το ‘σύνδρομο της άδειας φωλιάς’ και το μεσήλικο ζευγάρι τίθεται να επανεκτιμήσει τη σχέση του σε ένα νέο πλαίσιο, όπου δεν υπάρχει πλέον ο γονικός ρόλος που κρατούσε το ζεύγος ενωμένο. Ο περισσότερος  ελεύθερος χρόνος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ικανοποιητικά (κάποια ζευγάρια αναβιώνουν ένα δεύτερο ‘μήνα του μέλιτος’) η να φτάσει μέχρι και στο διαζύγιο. Αν το ζευγάρι καταφέρει να ξεπεράσει τα αρνητικά αισθήματα που συνοδεύουν στην αρχή αυτή τη διάσπαση στην οικογένεια, τότε συνήθως μπορούν να συνειδητοποιήσουν  ότι έχουν φέρει εις πέρας έναν βασικό στόχο της ανθρώπινης ζωής, να εκτιμήσουν τη καλή δουλειά που έχουν κάνει και να χαλαρώσουν απολαμβάνοντας  τη περισσότερη ελευθερία που έχουν. Αντίθετα αν το ζευγάρι συνειδητοποιήσει ότι τα προβλήματα της σχέσης του παίρνουν δραματικές διαστάσεις τότε μπορεί να φτάσει  και στο χωρισμό. Είναι αναμενόμενο ένα διαζύγιο κατά τη μέση ηλικία να επιφέρει περισσότερη δυστυχία σε σχέση με ένα διαζύγιο κατά τα πρώτα έτη του γάμου και αυτό γιατί τα έτη του γάμου είναι περισσότερα και οι οικονομικό-κοινωνικές αλλαγές που προκύπτουν για το άτομο είναι μεγαλύτερες και πιο πολύπλοκες.

     Περισσότερο, τα αυξημένα προβλήματα υγείας των υπερήλικων  πλέον γονέων του ατόμου  της μέσης ηλικίας, έχει ως αποτέλεσμα συνήθως τις  αυξημένες υποχρεώσεις στη φροντίδα τους και αυτό επιφέρει πρόσθετη δυσκολία στο να βρει κανείς ικανοποιητικό νόημα σε αυτή τη περίοδο της ζωής του. Ακόμα, ο πιθανός θάνατος των γονέων του ατόμου (της μέσης ηλικίας) φέρνει στην επιφάνεια το θρήνο και το προβληματισμό και μπορεί να επιφέρει μέχρι και κατάθλιψη (ανάλογα με τη προδιάθεση του κάθε ανθρώπου στο να προσαρμόζεται ή να είναι ευάλωτος στις εκάστοτε προκλήσεις της ζωής).  Όλες αυτές οι αλλαγές αυτές μπορούν να γίνουν έκδηλες στις διαπροσωπικές σχέσεις, το γάμο, την καριέρα και όλους τους τομείς που είναι σημαντικοί για τον άνθρωπο.

       Όπως υποστηρίζει ο εξελικτικός ψυχολόγος  E. Eriksonσε κάθε εξελικτικό στάδιο της ζωής  (οκτώ διακριτά στάδια κατά τον Erikson), ο άνθρωπος τίθεται να αντιμετωπίσει (επαρκώς ή ανεπαρκώς) κάποια ‘κρίση’, προκειμένου να προχωρήσει με αυξημένη προσαρμοστική ικανότητα  στο επόμενο εξελικτικό στάδιο.  Το έβδομο στάδιο του Eriksonπεριλαμβάνει τη κρίση  μεταξύ του να είναι και να νιώθει κανείς παραγωγικός, έναντι του να είναι και να νιώθει στάσιμος. Ο εξελικτικός στόχος για τη μέση ηλικία είναι το να είναι κανείς δημιουργικός και παραγωγικός στην εργασία του, δοτικός και χρήσιμος απέναντι στο σύντροφο του και στα παιδιά του και έτσι να έχει αναπτύξει και να βιώνει μία αίσθηση προσωπικής επιτυχίας και ολοκλήρωσης.

     Καθώς ο άνθρωπος μεγαλώνει και οδεύει προς τη τρίτη ηλικία, προκύπτει μία διάθεση ανασκόπησης της μέχρι τώρα πορείας του στη ζωή και αντίστοιχα μία οπτική για το πώς φαντάζεται ότι θα οδεύσει  στον εναπομείναντα  χρόνο της  ζωής του. Ως αποτέλεσμα συχνά προκύπτει αυξημένη επιθυμία να παράγει κανείς κάτι που θα μείνει πίσω του, κάτι που θα είναι χρήσιμο στου άλλους γύρω του -  ιδίως στους νεότερους ανθρώπους όπως τα παιδιά του ιδίου ή γενικότερα στους νέους, αν το επιτρέπει ο κοινωνικός του ρόλος. Μία έκφανση, ενδεικτική καλής προσαρμοστικότητας ,αυτής της τάσης, είναι το να γίνει κανείς μέντορας νεότερων ανθρώπων και να μοιράζεται μαζί τους τη γνώση και τη φιλοσοφία της ζωής. Μία άλλη έκφανση είναι το να εδραιώσει κανείς την οικονομική ή καλλιτεχνική περιουσία του (να χτίσει νέα ή να ανασκευάσει τη κατοικία του, να επεκτείνει την επιχείρηση του ή να αυξήσει τις ώρες εργασίας του) με στόχο να τελειοποιήσει ένα έργο που θα είναι ενδεικτικό της προσφοράς του και που θα παραδώσει συνήθως στους απογόνους του.

    Αν όμως ο άνθρωπος σε αυτή τη φάση της ζωής του αποτύχει στο να αισθάνεται παραγωγικός τότε το αίσθημα που πιθανώς να τον διακατέχει είναι αυτό της στασιμότητας, του αισθήματος της πλήξης και της μαλθακότητας. Αυτή η συναισθηματική κατάσταση θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ‘κρίση της μέσης ηλικίας’  και συνοδεύει μία  δυσκολία στο να προσφέρει ουσιαστικά κανείς στους άλλους, αντιθέτως σηματοδοτεί μία αυξημένη διάθεση για αυτό-ικανοποίηση. Έτσι άνθρωποι μέσης ηλικίας που νιώθουν αυτή τη στασιμότητα και πλήξη, εμφανίζουν συχνά μία παλινδρομική τάση να επιδίδονται σε δραστηριότητες ή κοινωνικές συναναστροφές που στο παρελθόν προσέφεραν ανακούφιση. Σημαντική έκφανση είναι η παλινδρόμηση στο κομμάτι των διαπροσωπικών σχέσεων καθώς και ο άντρας και η γυναίκα, μπορεί να εκφράσουν αυξημένα την εφηβική ανάγκη για αναγνώριση, ιδίως από το άλλο φύλλο –κάτι που μπορεί να παρατηρηθεί στην αυξημένη ενασχόληση με τη περιποίηση της εξωτερικής εμφάνισης ή ακόμα και στη σύναψη εξωσυζυγικών σχέσεων. Άνθρωποι μέσης ηλικίας που αισθάνονται στασιμότητα, μπορεί να επιχειρήσουν να  κάνουν όλα όσα δε πρόλαβαν να κάνουν στη ζωή τους,  εμφανίζοντας αυξημένη επιθυμία για πολλές κοινωνικές εξόδους, πολλά προσωπικά έξοδα, ή δραστηριοποίηση σε εντελώς καινούργιους τομείς . Περισσότερο, ανάλογα με τα κοινωνικά στερεότυπα και τη πολιτική της εκάστοτε κοινωνίας, συχνά  στο τομέα της εργασίας, ο μεσήλικας εργαζόμενος παραγκωνίζεται αφήνοντας περισσότερο ‘χώρο’ για τους νέους ανθρώπους που συνεισφέρουν περισσότερη γνώση μοντέρνων τεχνικών, με αποτέλεσμα, αν ο μεσήλικας άνθρωπος δε καταφέρει να προσαρμοστεί κάνοντας μία ευεργετική αλλαγή,  πιθανώς να αρχίσει να αισθάνεται και εκεί ένα παλίνδρομο αίσθημα θυμού και ανταγωνισμού για τους νέους,   κάτι που περισσότερο αρμόζει στην εφηβεία και τη παιδική ηλικία.

     Υπάρχουν διαφορές μεταξύ αντρών και γυναικών στους τομείς που νιώθουν την ανάγκη να εστιάσουν την ενέργεια τους και αυτό προδιαγράφεται σε μεγάλο βαθμό από τη δομή και κουλτούρα της κάθε κοινωνίας (Οι άντρες συχνά εμφανίζουν αυξημένη ενασχόληση με την οικογένεια και αποδέχονται σε μεγαλύτερο βαθμό τη γυναικεία πλευρά του χαρακτήρα τους, ενώ οι γυναίκες εμφανίζουν αυξημένη διάθεση για εργασία).

      Η νεότητα στο μυαλό των περισσοτέρων ανθρώπων συνδέεται με θετικές ιδιότητες όπως η ζωντάνια, η ξενοιασιά, η διεκδίκηση ονείρων και η απεραντοσύνη των ανθρώπινων επιλογών. Σε αντίθεση, τα γηρατειά φέρνουν στο νου των ανθρώπων αδυναμίες, δυσκολίες, απώλειες και όρια στις ανθρώπινες επιλογές που απομένουν. Έτσι είναι κατανοητό πως κανείς άνθρωπος δε θα βαδίσει αυτή την ενδιάμεση περίοδο της ζωής του με ελαφρότητα και μόνο θετική σκέψη. Όμως η ζωή αποτελείται από προκλήσεις από την ώρα που γεννιέται κανείς μέχρι και την ώρα που πεθαίνει και έτσι, η ‘κρίση της μέσης ηλικίας’, όπως υποστηρίζει και η σύγχρονη βιβλιογραφία, δεν αποτελεί κρίση περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ηλικία. Μία θετική στάση απέναντι στις αλλαγές της ζωής και η ικανότητα για προσαρμογή , είναι τα εφόδια που θα διακρίνουν τον άνθρωπο που βιώνει τη μέση ηλικία ως μία φυσιολογική μετάβαση στο επόμενο εξελικτικό στάδιο της ζωής ή ως μία εξελικτική ‘κρίση’ που ιδανικά θα αρνούνταν να βιώσουν. 

     H υποστήριξη είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας και καλό είναι να τη ζητάμε όταν πραγματικά τη χρειαζόμαστε. Για τις οργανικές αλλαγές και  δυσκολίες της μέσης ηλικίας συμβουλευόμαστε το θεράποντα ιατρό μας και το γυναικολόγο. Οποιεσδήποτε και αν είναι οι δυσκολίες που βιώνει κανείς, υπάρχει πάντα η ψυχολογική στήριξη ή και η ψυχιατρική φαρμακευτική αντιμετώπιση, αρκεί κανείς να πάρει την υπεύθυνη απόφαση να ζητήσει βοήθεια.

Διαβάστε περισσότερα...

Η Χρόνια Ψυχική Νόσος για τον Ασθενή και την Οικογένεια του

Ο ασθενής που αντιμετωπίζει τη διάγνωση μίας  χρόνιας οργανικής ή ψυχικής νόσου, έρχεται αντιμέτωπος με μία σειρά δύσκολων αισθημάτων, κυρίως αυτά του πόνου, του φόβου, του θυμού, της θλίψης, των ενοχών, της απελπισίας και της χαμηλής αυτοπεποίθησης. Τέτοιες ασθένειες είναι ο καρκίνος, η σκλήρυνση κατά πλάκας, τα εγκεφαλικά επεισόδια,  το aids, η άνοια, η σχιζοφρένεια, η διπολική συναισθηματική διαταραχή κ.α. Ο ασθενής τέτοιων νόσων υπόκειται σε μία συνεχή διαδικασία αναπροσαρμογής  στα  ανατρεπτικά δεδομένα της νόσου, τα οποία βιώνονται ως ‘εκτός του ελέγχου του’– κάτι το οποίο κυριολεκτικά κατακερματίζει την αίσθηση του ατόμου ως  υγιές, ενεργό και αυτόνομο ον. Η αναμενόμενη επιδείνωσης μίας χρόνιας νόσου και η αβεβαιότητα σχετικά με τη πρόγνωση και τη πορεία της, θέτουν τον ασθενή και τους οικείους του σε μία συνεχή αναδιαπραγμάτευση της οπτικής τους απέναντι στη ζωή και το θάνατο. Ο ασθενής τίθεται να επανεξετάζει ολόκληρη την ύπαρξη του, τη καθημερινότητα του, τους στόχους και τα όνειρα του, ενόψει του εναπομείναντος  χρόνου της ζωής του. Αντίστοιχα τίθεται να προσαρμοστεί στα εκάστοτε ανατρεπτικά δεδομένα της νόσου που περιλαμβάνουν σωματικά και ψυχολογικά συμπτώματα, απώλειες δεξιοτήτων / αλλαγές στη καθημερινή λειτουργικότητα του ατόμου, στην αυτοεκτίμηση του και στις σχέσεις του με τους άλλους. Αυτή είναι μία ιδιαίτερα δύσκολη διαδικασία όπου ο ασθενής αλλά και η οικογένεια του έρχονται σε επαφή με τους ιδιαίτερους προβληματισμούς τους, τους φόβους τους, το θυμό, τη θλίψη και τις ανασφάλειες τους. Αντίστοιχα, η αλληλεπίδραση, οι ρόλοι και η επικοινωνία μεταξύ των μελών της οικογένειας υπόκεινται σε αλλαγές και συχνά ολόκληρο το οικογενειακό σύστημα βρίσκεται σε σύγχυση και αποδιοργάνωση.

Για την ομαλότερη προσαρμογή και διαχείριση μίας τέτοιας εμπειρίας , είναι απαραίτητο ο ασθενής και η οικογένεια του  να λαμβάνουν την ενημέρωση και στήριξη που χρειάζονται. Αυτό παρέχεται από τον αρμόδιο ιατρό που διαγιγνώσκει τη πάθηση - στη περίπτωση της οργανικής πάθησης και το ψυχίατρο στη περίπτωση της ψυχικής νόσου. Η οικογένεια και ο ασθενής πρέπει  να ενημερωθούν αναλυτικά για τη φύση της διαταραχής, τα συμπτώματα που περιλαμβάνει, τα πιθανά αίτιά της, την πορεία και την πρόγνωσή της, έτσι ώστε να έχουν συνολικά μία καλύτερη αντιμετώπιση των προβλημάτων που συνοδεύουν τη νόσο. Συγκεκριμένες πληροφορίες για την κατάλληλη φαρμακοθεραπεία, τις πιθανές παρενέργειες της και τη καλύτερη αντιμετώπιση τους, είναι απαραίτητες για τη συνεργασία του ασθενούς στη θεραπεία του. Ο ρόλος της οικογένειας είναι καθοριστικός στη διασφάλιση της τακτικής τήρησης της θεραπείας από τον ασθενή και της ευρύτερης  συνεργασίας του με τους θεράποντες ιατρούς του.

Ο ασθενής και η  οικογένεια του, συχνά χρειάζονται επιπλέον στήριξη από ειδικευμένο ψυχολόγο / ψυχοθεραπευτή, έτσι ώστε να ενισχυθούν στις δεξιότητες τους να επικοινωνούν υποστηρικτικά μεταξύ τους,  με στόχο να αποφορτίζονται, χωρίς όμως να ανακυκλώνεται το στρες μέσα στην οικογένεια, αλλά οι σχέσεις των μελών να γίνονται πιο ουσιαστικές.  Είναι σημαντικό ο ασθενής και η οικογένεια να καταφέρουν να επικοινωνούν ανοιχτά για τα σοβαρά τους ζητήματα, χωρίς υπονοούμενα και μυστικά, αλλά με ειλικρίνεια και ενδιαφέρον. Καλό είναι να μπορούν να μοιραστούν και να αναδιαπραγματευτούν τη δύσκολη εμπειρία τους. Μέσω της έκφρασης  και της ανταλλαγής απόψεων, ενισχύεται η αίσθηση του ‘κοινού’ στα προβλήματα, απομυθοποιώντας τη νόσο. Έτσι, ενισχύεται η αυτοεκτίμηση του ασθενούς και ανακουφίζεται από το  αίσθημα της αποξένωσης και του ‘στίγματος’ που συχνά είναι σύμφυτα με το ψυχικό τραύμα μιας χρόνιας ασθένειας.

Το ζητούμενο είναι ο ασθενής και η οικογένεια του να καταφέρουν  να συνυπάρχουν και να ζουν με ό,τι τραυματικό βιώνουν, χωρίς όμως να κατακλύζονται από ανυπόφορα συναισθήματα και χωρίς να απομονώνονται και να περιθωριοποιούνται.  Μία πιο  ώριμη αποτίμηση του τι σημαίνει η νόσος στη ζωή του ασθενούς και της οικογένειας περιλαμβάνει την αποδοχή και προσαρμογή στους περιορισμούς και τις αλλαγές που χρειάζεται, διατηρώντας  όμως παράλληλα κάποιους  ρεαλιστικούς στόχους και προσδοκίες για το μέλλον.

Διαβάστε περισσότερα...

Οι ψυχολογικές επιπτώσεις της παχυσαρκίας

Η παιδική  παχυσαρκία  αποτελεί ολοένα αυξανόμενο φαινόμενο. Οι διατροφικές συνήθειες σχηματίζονται πολύ νωρίς σε ηλικία και επηρεάζονται από το πώς χρησιμοποιείται το φαγητό στις οικογενειακές και κοινωνικές μας αλληλεπιδράσεις. Ποιες είναι  όμως οι ψυχολογικές επιπτώσεις  του να μεγαλώνει κανείς υπέρβαρος σε μία κοινωνία  που συστηματικά  κρατά μία απορριπτική στάση προς τους παχύσαρκους? Και αν υπάρχουν επιπτώσεις πως αυτές εκφράζονται; Ο στιγματισμός των παχύσαρκων αναγνωρίζεται και διερευνάται τουλάχιστον τα τελευταία πενήντα έτη.

Έρευνες  που έχουν γίνει στο τομέα της παχυσαρκίας παραθέτουν αντιφατικά  ευρήματα. Από τη μία η παχυσαρκία συσχετίζεται με περισσότερα διαδεδομένα ψυχολογικά προβλήματα ,όπως η κατάθλιψη (Britz et al., 2000). Άλλα ευρήματα  πάλι παρουσιάζουν τους παχύσαρκους ανθρώπους ως  ‘χιουμορίστες’ και ως  ‘ζεστές  προσωπικότητες’ (Dejong&Kleck, 1986). Αυτή η τελευταία συσχέτιση δε βρίσκει υποστήριξη στη πιο πρόσφατη βιβλιογραφία. Ούτε όμως και για τη συσχέτιση της παχυσαρκίας με τη κατάθλιψη είναι ξεκάθαρα τα ευρήματα. Η κατάθλιψη είναι περισσότερο εμφανής σε δείγματα  παχύσαρκων εφήβων (Britz et al., 2000). Τα κορίτσια είναι εμφανώς  περισσότερο επιρρεπή στη κατάθλιψη  από ότι τα αγόρια (Stunkardetal, 2003). Αυτό ίσως δικαιολογείται στο πλαίσιο της ευρύτερης ενασχόλησης των εφήβων κοριτσιών με την εμφάνιση τους και τη δίαιτα.

Όσον αφορά τη ποιότητα ζωής, σε διάφορες έρευνες έχει παρατηρηθεί ότι οι παχύσαρκοι άνθρωποι έχουν χαμηλότερη ποιότητα ζωής σε όλες τις μετρήσεις σε σχέση με αυτούς που έχουν ένα φυσιολογικό βάρος (π.χ.Schwimmeretal, 2003).

Περισσότερο, όσον αφορά την αυτοπεποίθηση, η συσχέτιση μεταξύ παχυσαρκίας  και αυτοπεποίθησης δεν είναι ξεκάθαρα σημαντική, είναι όμως περισσότερο εμφανής στις κοπέλες  και μάλιστα η συσχέτιση αυτή ενδυναμώνεται καθώς οι κοπέλες περνάνε από την εφηβεία στη νεαρή ενηλικίωση (Miller&Downey, 1999). Μία ενδιαφέρουσα τοποθέτηση έρχεται από το μοντέλο τουCharles Cooleyόπου η αυτοπεποίθηση θεωρείται κοινωνική επί της ουσίας στη φύση της και δίνεται έμφαση στις κριτικές  που φανταζόμαστε ότι οι άλλοι κάνουν για εμάς. Αυτοί που παρουσιάζουν χαμηλή αυτοπεποίθηση αντιλαμβάνονται τους  άλλους να μην έχουν καλή ιδέα για αυτούς, αισθάνονται υποτιμημένοι, παραμελημένοι και κοινωνικά απομονωμένοι. Ιδιαίτερη επιρροή σε αυτές τις φανταστικές επικρίσεις έχουν οι γονείς για τα παιδιά τους και γενικά οι περισσότερο ‘επιτυχημένοι και χαρισματικοί ’ άνθρωποι, τους οποίους φανταζόμαστε να κάνουν πιο σκληρή κρητική  σε σχέση με αυτούς  που είναι λιγότερο επιτυχημένοι και χαρισματικοί.

Όσον αφορά το παιδικό χλευασμό / εκφοβισμό (bullying) στο σχολείο, περισσότερο όλων, χλευάζονται τα υπέρβαρα  κορίτσια και τα πολύ αδύνατα αγόρια. Τα παιδιά  που χλευάζονται εξαιτίας του βάρους τους συνολικά παρουσιάζουν χαμηλότερη αυτοπεποίθηση και αίσθηση αυτό-αποδοτικότητας , με τη μεγαλύτερη δυσκολία  τους να διαφαίνεται στο πως αισθάνονται και αντιμετωπίζονται από τους άλλους όσον αφορά τη εξωτερική τους  εμφάνιση και την αθλητική τους επίδοση. Παρόλα αυτά, τα υπέρβαρα  παιδιά δεν προκύπτει να απομονώνονται όσον αφορά τις φιλίες  τους, εντός και εκτός σχολίου (Phillips&Hill, 1998). Όμως  με το πέρασμα στην εφηβεία οι σχέσεις φαίνεται να γίνονται περισσότερο προβληματικές  για τους υπέρβαρους εφήβους, με μεγαλύτερο κίνδυνο απομόνωσης και θυματοποίησης  . Ένα μεγάλο ποσοστό εφήβων (της τάξεως του 1/3) χλευάζονται στο σχολείο για θέματα βάρους (Eisengerg et.al., 2003). Αυτή η διαφορά μεταξύ παιδιών και εφήβων πιθανώς αντικατοπτρίζει τις διαφορές στα κριτήρια σύναψης σχέσεων και κοινωνικών δικτύων καθώς τα παιδιά ωριμάζουν και καθώς ο παράγοντας  της σεξουαλικής επαφής και του φλερτ  έρχονται στο προσκήνιο.

Τέλος, μερικές παρατηρήσεις που αφορούν γενικά τη παχυσαρκία, συμπεριλαμβανομένου  τους ενήλικες, είναι τα εξής:

Η σχέση παχυσαρκίας και χαμηλής αυτοπεποίθησης  είναι συχνά αμφίδρομη. Η παχυσαρκία οδηγεί συχνά σε χαμηλή αυτοπεποίθηση, αλλά και η χαμηλή αυτοπεποίθηση με τη σειρά της οδηγεί συχνά σε υπερφαγία και έτσι σε περισσότερη παχυσαρκία. Τουλάχιστον αυτά τα ευρήματα υποστηρίζονται σε έρευνες με ενήλικες. Συγκεκριμένα παρατηρείται η έντονη σχέση μεταξύ παχυσαρκίας και προδιάθεσης για κατάθλιψη, καθώς και ο αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης παχυσαρκίας σε καταθλιπτικούς ασθενείς (Luppino FS et. al., 2010). Περισσότερο, η μειωμένη άσκηση και η κατανάλωση συγκεκριμένων ‘τροφών ανακούφισης’  πλούσιες σε λιπαρά και υδατάνθρακες, με στόχο να ανεβάσουν τη διάθεση, είναι συχνό φαινόμενο στα άτομα  που έχουν χαμηλή αυτοπεποίθηση  ή έχουν προδιάθεση για κατάθλιψη και αγχώδεις διαταραχές (Atlantis E., 2009).

Η παχυσαρκία (ακόμα πιο έντονα στη περίπτωση των διατροφικών διαταραχών – τη βουλιμία, την ανορεξία, τα επεισόδια υπερφαγίας) πολύ συχνά αποτελούν μόνο ένα εμφανές σύμπτωμα για άλλα βαθύτερα ζητήματα που απασχολούν το άτομο. Έτσι συχνά οι προσπάθειες να χάσει (στη περίπτωση της παχυσαρκίας / βουλιμίας ) ή να κερδίσει  βάρος κανείς (στη περίπτωση της νευρικής ανορεξίας) είναι επίπονες και μάταιες, καθώς η πρόσληψη ή η απόρριψη της τροφής αντικατοπτρίζει άλλες ψυχολογικές ανάγκες όπως την αυξημένη ανάγκη ή δυσκολία της πρόσληψης στοργής και επαφής.

Συχνά τα παχύσαρκα  άτομα και ιδιαίτερα τα παιδιά ή και οι γονείς αυτών, κάνουν ενεργές προσπάθειες να καλύψουν και να προστατευτούν από τις ψυχολογικές επιπτώσεις  της παχυσαρκίας. Έτσι ως αποτέλεσμα δε λαμβάνουμε πάντοτε έγκυρα μηνύματα για το πως αντιλαμβανόμαστε και πως  μπορούμε να βοηθήσουμε ένα παχύσαρκο άτομο  που πέραν του βάρους του υποφέρει από αλληλένδετες ψυχολογικές δυσκολίες. Γι’αυτό σε περίπτωση που κάποιος αισθάνεται επανειλημμένα ματαιωμένος / η με το θέμα του βάρους του, καλό είναι να αναζητά τη βοήθεια από αρμόδιο διατροφολόγο ή και από ειδικό ψυχολόγο, που  μπορούν να στηρίξουν τις προσπάθειες του, βοηθώντας τον να κατανοήσει την ιδιαίτερη σχέση που έχει με τη τροφή και το βάρος του. 

Διαβάστε περισσότερα...

Δέκα πρακτικές συμβουλές για να φροντίζουμε τον εαυτό μας

Όλοι μπορούμε να κάνουμε απλές αλλαγές που έχουν όμως μεγάλο αντίκτυπο στη ψυχική μας υγεία αλλά και συνολικά στην ευζωία μας. Όταν αναφερόμαστε στη ψυχική υγεία, ουσιαστικά μιλάμε για τα τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε και την ικανότητα να διαχειριστούμε τα ‘πάνω’ και τα ‘κάτω’ της ζωής και της διάθεσης μας. Εδώ θα βρείτε δέκα απλά βήματα που όλοι μπορούμε να ακολουθήσουμε για να φροντίζουμε τον εαυτό μας και να κερδίζουμε το μέγιστο από τη ζωή:

Μίλησε για τα συναισθήματα σου

Το να μιλάς για το πώς αισθάνεσαι μπορεί να σε βοηθήσει να παραμείνεις σε καλή ψυχική υγεία και να αντιμετωπίσεις περιόδους που αισθάνεσαι προβληματισμένος / η. Το να μιλάς για τα συναισθήματα σου δεν είναι σημάδι αδυναμίας. Είναι μέρος του να αναλαμβάνεις τον έλεγχο της ευζωίας σου και να κάνεις αυτό που μπορείς προκειμένου να παραμένεις υγιής.

Τρώγε σωστά

Υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ του τι τρώμε και του πως αισθανόμαστε – για παράδειγμα, η καφεΐνη και η ζάχαρη μπορούν να έχουν μία άμεση επίδραση στον οργανισμό μας. Το είδος της διατροφής μας όμως μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη ψυχική μας υγεία. Γι’αυτό επέλεξε τροφές που ταιριάζουν στις ανάγκες σου και ενδυναμώνουν τον οργανισμό σου.

Κρατήστε επαφή

Οι φίλοι και οι συγγενείς μπορούν να σε κάνουν να νοιώσεις το αίσθημα ‘του ανήκειν’ (ότι είσαι μέρος μίας ομάδας) και ότι σε νοιάζονται. Μπορούν να προσφέρουν διαφορετικές οπτικές για οτιδήποτε μπορεί να συμβαίνει μέσα στο κεφάλι σου. Μπορούν να σε βοηθήσουν να παραμείνεις ενεργός / ή, ρεαλιστικός / ή και να σε βοηθήσουν στην επίλυση πρακτικών προβλημάτων.

Κάνε ένα διάλλειμα

Μία αλλαγή σκηνικού ή αλλαγή στους ρυθμούς σου είναι καλή για τη ψυχική σου υγεία. Θα μπορούσε να είναι μία πεντάλεπτη διακοπή από το τις δουλειές του σπιτιού, ένα μισάωρο διάλλειμα για μεσημεριανό φαγητό στην εργασία, ή ένα σαββατοκύριακο εξερευνώντας ένα νέο μέρος. Μερικά λεπτά μπορούν να είναι αρκετά για να σε αποτοξινώσουν από το άγχος.

Αποδέξου το ποιός είσαι

Κάποιοι από εμάς κάνουν τον κόσμο να γελάει, άλλοι είναι καλοί στα μαθηματικά, άλλοι μαγειρεύουν υπέροχα γεύματα. Μερικοί από εμάς μοιραζόμαστε τον ίδιο τρόπο ζωής γιατί καταγόμαστε από τον ίδιο τόπο, άλλοι ζουν πολύ διαφορετικά. Είμαστε όλοι διαφορετικοί και ο καθένας έχει τις ιδιαιτερότητες του!

Παρέμεινε ενεργός

Οι ειδικοί πιστεύουν ότι η άσκηση απελευθερώνει χημικές ουσίες στον εγκέφαλο που μας κάνουν να αισθανόμαστε καλά. Η συστηματική άσκηση μπορεί να ανεβάσει την αυτοπεποίθηση σου και να σε βοηθήσει να συγκεντρωθείς, να κοιμηθείς , να δείχνεις και να αισθάνεσαι καλύτερα.

Πιες αλκοόλ με σύνεση

Συχνά νομίζουμε ότι το αλκοόλ θα αλλάξει τη διάθεση μας. Μερικοί άνθρωποι πίνουν για να αντιμετωπίσουν το φόβο ή τη μοναξιά, αλλά η επίδραση αυτή είναι μόνο προσωρινή. Η συχνή χρήση του αλκοόλ προκαλεί φθορά στο σώμα και τον εγκέφαλο, μεταπτώσεις στη διάθεση μας, μειωμένη όρεξη και ικανότητα να πετύχουμε τους στόχους μας.

Ζήτησε βοήθεια

Κανείς από εμάς δεν είναι υπερ-άνθρωπος. Όλοι μας κάποιες φορές κουραζόμαστε ή κατακλυζόμαστε από το πώς αισθανόμαστε ή από το πόσο άσχημα πάνε τα πράγματα. Αν τα πράγματα πηγαίνουν με τρόπο που ξεπερνά τις δυνάμεις σου και αισθάνεσαι ότι δε μπορείς να τα διαχειριστείς, ζήτησε βοήθεια.

Κάνε κάτι στο οποίο είσαι καλός

Τι αγαπάς να κάνεις; Σε ποιες δραστηριότητες μπορεί ‘να χαθείς’; Τι λάτρευες να κάνεις στο παρελθόν; Το να περνάς καλά βοηθά στη καταπολέμηση του άγχους. Το να κάνεις μία δραστηριότητα που απολαμβάνεις ,μάλλον σημαίνει ότι είσαι καλός /ή σε αυτή και το αίσθημα επίτευξης ανεβάζει την αυτοπεποίθηση σου.

Ενδιαφέρσου για τους άλλους

Το να νοιάζεσαι για τους άλλους αποτελεί συχνά σημαντικό μέρος του να παραμένουν οι σημαντικές σχέσεις σου κοντά σου. Μπορεί να φέρει ακόμα πιο κοντά σου αυτούς τους ανθρώπους και οι σχέσεις σου να γίνουν ακόμα πιο δυνατές.

Διαβάστε περισσότερα...
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS